Η Πολυάννα, το γκέτο και ο Έβρος.

Αφιερωμένο σε όσους, με αφορμή το προηγούμενο σχετικό με τον Έβρο άρθρο, με χαρακτήρισαν Πολυάννα που “αθωώνω” την παράτυπη μετανάστευση για τα κάτωθι μη αποκλειστικώς αναφερόμενα προβλήματα του κέντρου της Αθήνας: έγκλημα, πορνεία, ναρκωτικά, βρωμιά, παραεμπόριο κ.λπ.

Κύριοι, αυτά τα 5 χονδρικά κοινωνικά προβλήματα δεν έχουν καμία ουσιαστική σχέση με το μεταναστευτικό ζήτημα. Μάλιστα μόνο ένα από αυτά, το παραεμπόριο, αποτελεί πρόβλημα που εμπλέκει κατά δυσανάλογα υψηλό ποσοστό μεταναστών. Τα υπόλοιπα, εάν μένατε εκεί που μένω ή εάν είχατε μπει στον κόπο να συλλέξετε σοβαρά στοιχεία για τα ζητήματα, θα είχατε σοβαρούς λόγους να πιστεύετε ότι ενώ συσχετίζονται ορισμένες φορές με περιοχές που υπάρχουν υψηλά ποσοστά μεταναστών ωστόσο δεν υφίσταται η αιτιακή σχέση που συχνά υπονοούν οι φασίστες: ότι δηλαδή τα προβλήματα αυτά υπάρχουν, ή είναι χειρότερα, λόγω της εισροής μεταναστών στην Ελλάδα και της μόνιμης εγκατάστασης τους στην Αθήνα.

Οπότε ας τα πάρουμε ένα-ένα:

Αναφέρεστε συχνά σε “συμμορίες αλλοδαπών” δηλαδή σε μια μηντιακή κατηγορία και μπορεί να περιλαμβάνει ένα σωρό διαφορετικές περιπτώσεις που ο εκάστοτε δημοσιογράφος “τσουβάλιασε” για τους σκοπούς του δελτίου ειδήσεων. Στο κέντρο που μένω εγώ (και όχι αυτό που βλέπω στην TV) το έγκλημα είναι αποτέλεσμα ευτελών ατομικών επιδιώξεων Ελλήνων αλλά και αλλοδαπών πολιτών που εκμεταλλεύονται την απραγία των περαστικών, των κατοίκων και της αστυνομίας. Μιας αστυνομίας που παρεμπιπτόντως συχνά προτιμάει να την αράζει στη γωνιά του δρόμου ζητώντας τα χαρτιά κάθε περαστικού μετανάστη από το να ασχοληθεί με μια βίαιη κλοπή που έχει γίνει δυο δρόμους πιο κάτω. Όταν σε ένα από τα κεντρικότερα φανάρια της πόλης, Σοφοκλέους και Πειραιώς, τα πρεζάκια μέρα μεσημέρι πέφτουν δήθεν στο καπό του αυτοκινήτου σου για να σου αποσπάσουν την προσοχή και να σε κλέψουν και δεν μπορείς να βρεις αστυνόμο όχι να τους κυνηγήσει αλλά έστω να του αναφέρεις την κλοπή τότε δεν ξέρω πώς ακριβώς περιμένεις ότι θα έπρεπε να είναι τα πράγματα. Στοιχεία δεν έχω που να το αποδεικνύουν πέραν αμφιβολίας αλλά από τα όσα έχω δει τα χρόνια που μένω στο κέντρο δεν υπάρχει δυσανάλογη εκπροσώπηση αλλοδαπών σε αυτά τα εγκλήματα που μαστίζουν το κέντρο.

Όσον αφορά την πορνεία, έχω βαρεθεί να ακούω και να προσπαθώ να συγκρατηθώ μην αποκαλέσω ρατσιστές όσους βρίσκουν ξαφνικά φρικτό το ότι εκδίδονται Αφρικανες στην Σοφοκλέους. Προφανώς δεν θυμούνται (ή δεν ήταν καν στη γειτονιά) την περίοδο *πριν* την έλευση τους, με την εξίσου μεγάλη προσφορά λευκής και ανήλικης συχνά “σάρκας” στην περιοχή. Μοναδική διαφορά σήμερα εκτός του χρώματος του δέρματος των κοριτσιών είναι το γεγονός ότι τότε λειτουργούσαν πιο πολλά μπουρδέλα, τα οποία φυσικά έπαψαν από την πίεση του ανταγωνισμού των “ελεύθερων” Αφρικανιδων. Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα με την σωματεμπορία και εκδούλευση γυναικών, οποιουδήποτε χρώματος, είναι ένα πρόβλημα ξεκάθαρης ελληνικής ευθύνης και θεωρώ αίσχος να χρησιμοποιείται ως επιχείρημα κατά της μετανάστευσης.

Όσον αφορά τους εμπόρους ναρκωτικών ανακαλύψαμε τελευταία το άλλοθι των Αφρικανών, που στη πραγματικότητα απλά έχουν “κλέψει” ένα ποσοστό της δουλειά των Ελλήνων βαπορακίων και δεν αποτελούν ούτε την αιτία του παράνομου εμπορίου ναρκωτικών ούτε το έχουν εντείνει – έχουμε περάσει στη γειτονιά τα τελευταία 20 χρόνια πολύ χειρότερες στιγμές με τα ναρκωτικά και δεν είχαν καμία ανάμιξη Αφρικανοί τότε. Όπως λίγο πριν το 2004 όταν έβρισκα νεκρούς χρήστες στα σκαλιά της πολυκατοικίας μου και δεν έρχονταν ούτε το 166 να τους μαζέψει. Χρήστες που είναι είναι σε συντριπτική πλειοψηφία Έλληνες.

Όπως Έλληνες είναι ως επί των πλείστων και οι άστεγοι, και ειδικά οι μακροχρόνια άστεγοι θα έλεγα ότι είναι *αποκλειστικά* Έλληνες.

Το παραεμπόριο βεβαίως δεν μπορώ να αρνηθώ ότι γίνεται σε συντριπτική πλειοψηφία από αλλοδαπούς και σίγουρα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που προκαλεί. Αλλά τα προβλήματα που προκαλεί το παραεμπόριο σίγουρα δεν δικαιολογούν κανέναν φράκτη στον Έβρο και καμία τρομοκρατία του είδους που εξαπολύεται καθημερινά στη γειτονιά από τις αρχές.

Είναι επίσης ψευδές ότι η συντριπτική πλειονότητα των “εξαθλιωμένων” είναι μετανάστες. Εκτός εάν θεωρείται εξαθλίωση να είναι κάποιος φτωχός πλην όμως τίμιος εργάτης που χτίζει την ζωή του συγκατοικώντας με ομοίους του σε μικρά και φτηνά διαμερίσματα και αράζοντας στο πάρκο ή στο πεζοδρόμιο αντί να κάψει τον μισθό του σε καφετέριες και μπαρ. Είναι βεβαίως φυσικό να αισθάνεται ένας κάτοικος Χαλανδρίου ένα άγχος μπροστά στη θέα των πληθών από ξένους που κατακλύζουν τις Κυριακές μερικούς δρόμους του κέντρου: το διαφορετικό πάντα προξενεί φόβο και είναι αναμενόμενο να αισθανόμαστε διαφορετικά μια Κυριακή στην Μενάνδρου απ’ότι στην Ερμού. Όμως εάν θέλουμε να μιλάμε με σοβαρότητα και όχι με υστερία, όπως φαντάζομαι αξιώνετε αρκετοί για τον εαυτό σας, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε αυτόν τον φόβο ως αυτό που είναι, δηλαδή μια μη-χρήσιμη προκατάληψη.

Τέλος, φυσικά και καταπατώνται πολλά δικαιώματα στην περιοχή, κυρίως των μεταναστών από το κράτος, αλλά και των μη-αλλοδαπών κατοίκων βεβαίως. Αντιπαρέρχομαι όμως τον χαρακτηρισμό Πολυάννας μόνο και μόνο επειδή σε αντίθεση με πολλούς από εσάς μπήκα και στον κόπο να σκεφτώ για τις αιτίες αυτών των καταπατήσεων.

Και επιμένω, το κέντρο, όσο παρηκμαζμένο και αν είναι, δεν είναι γκέτο. Και ο κατά Wikipedia ορισμός το κάνει προφανές (τουλάχιστον σε μένα) αφού στην περιοχή του κέντρου δεν διαμένουν αποκλειστικά άνθρωποι συγκεκριμένης εθνικότητας ή θρησκείας (ούτε κάποιου άλλου κοινού γνωρίσματος), ούτε υπάρχει ιδιαίτερη ομαδικότητα ή απομόνωση. Το μόνο κομμάτι του ορισμού που είναι σχετικό είναι η φράση “σήμερα αναφέρεται σε οποιαδήποτε φτωχή αστική περιοχή”. Αλλά ακόμα και έτσι δύσκολα θα δεχτώ την καταλληλότητα αυτού του υποτιμητικού χαρακτηρισμού αφού ενώ πράγματι το κέντρο στεγάζει πολλούς φτωχούς ανθρώπους και τις μικρές επιχειρήσεις τους ταυτόχρονα έλκει ολοένα και περισσότερο χρήμα λόγω της θέσης του και οι αξίες δεν έχουν πέσει καθόλου. Και η άνοδος των αξιών είναι όσο σύμπτωση της θέσης είναι και πολλά από τα προβλήματα του κέντρου. Άρα εξακολουθώ να πιστεύω ότι είναι τουλάχιστον καταχρηστικός ο όρος “γκέτο” για τον χαρακτηρισμό του κέντρου.

η Σοφοκλέους δεν έχει (πια) Ξίππα

Τυχαίνει να γνωρίζω τα όσα αναφέρθηκαν στο ωραίο αυτό post του Athensville από πρώτο χέρι γιατί ήμουν κάτοικος και εγώ αυτής της πολυκατοικίας που στέγαζόταν η Γκαλερί του κ. Ξίππα. Έφυγα πριν δύο χρόνια και μάλιστα γνωρίζω και τον ένοικο στον οποίο αναφέρεται ο σχολιαστής του άρθρου με όνομα Guest σε σχόλιο του προ δύο ημερών στις, 11:40. Αρχικά νόμιζα οτι αναφερόταν σε εμένα βέβαια αλλά η περιγραφή ταίριαζε σε άλλον ένοικο τελικά. Να πούμε έτσι για την ιστορία ότι η επίμαχη πολυκατοικία είναι στο νούμερο 53Δ της Σοφοκλέους και όχι στο 4 όπως αναφέρει ο Guest.

Να πούμε επίσης ότι είναι κατανοητό αλλά πολύ κρίμα που ο Ξίππας έκλεισε την γκαλερί. Οποιαδήποτε επιχείρηση που βασίζετε στην προσέλευση του κοινού δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά στην περιοχή όπως καταλαβαίνετε από τις φωτογραφίες. Έτσι, παρ’ότι η γκαλερί εξυπηρετούσε τον σκοπό της με τον πιο άρτιο τρόπο το εξωτερικό περιβάλλον σαμπόταρε αυτή την αξιόλγη προσπάθεια. Αξιζει να θυμηθούμε και την επίσης λυπηρή περίπτωση του club εστιατόριου Guru στην πλατεία θεάτρου.

Εκεί που θέλω να εστιάσω ωστόσο είναι ότι στην πολυκατοικία αυτή, εκτός από τον Ξίππα και μια ΜΚΟ στον 2ο και στον 1ο αντίστοιχα, τα διαμερίσματα στους υπόλοιπους 5 ορόφους είναι ως επί των πλείστων κατοικίες ανθρώπων με μακρά παρουσία στην γειτονιά. Μάλιστα μένουν πολλές ηλικιωμένες κυρίες αλλά και οικογένειες με παιδιά! Εάν ο Ξίππας είχε αγωνία για τους θαμώνες της γκαλερί σκεφτείται έναν γονιό τι θα αισθάνεται κάθε φορά που πηγαίνει το παιδί του στο σχολείο. Δυστυχώς δεν είναι όλοι σαν τον Ξίππα που μπορεί να σηκωθεί και να φύγει.

Να ξεκαθαρίσω επίσης ότι ενώ πράγματι η κατάσταση έχει χειροτερεύσει τον τελευταίο καιρό, δεν έφυγα προσωπικά για αυτόν τον λόγο από την πολυκατοικία και εξ’όσων γνωρίζω ούτε και ο φίλος του Guest. Η αλήθεια είναι ότι ειδικά ένας άντρας συνηθίζει εύκολα τη κατάσταση αφού η ζωή στο πεζοδρόμιο κινείται συχνά σε παράλληλα σύμπαντα όπου το ένα δεν έχει λόγους να ενοχλεί το άλλο. Φυσικά η κατάσταση είναι διαφορετική για τους πιο ευάλωτους ενοίκους, δηλαδή τα παιδιά και τους ηλικιωμένους. Αλλά ακόμα και εγώ ερχόμουν σε σύγκρουση με τα πρεζόνια αλλά αυτό πρωτού μπούν τα κάγκελα της εισόδου (που’σε βρε ronald coase). Το συμπέρασμα είναι ότι ακόμα και στις πιό ακραίες καταστάσεις βρίσκει κανείς ένα modus vivendi και μπορεί, εάν χρειάζετε να υποφέρει αυτές τις καταστάσεις που δεν είναι τίποτα νέο στην περιοχή για να δηλώνουμε ξαφνικά όλλοι αποτροπιασμένοι.

Μπορώ να σας πω με βεβαιότητα ότι τα τελευταία 15 χρόνια (και όχι μόνο τώρα που κόπτονται ξαφνικά όλοι) η κατάσταση της πέριοχής είναι ντροπιαστική και ο Δήμος αδιάφορος. Λέμε για τον Κακλαμάνη αλλά να ξέρετε ότι κανείς Δήμαρχος δεν είχε συμφέρον να ασχοληθεί με μία περιοχή όπου ζουν και εργάζονται κυρίως μη-δημότες, είτε αλλοδαποί είτε επιχειρηματίες που ζουν σε άλλους δήμους.

Το θέμα είναι τελικά για μένα το εξής:
Ενώ κάποιοι νεοφερμένοι επιχειρηματίες και “κάτοικοι” του Ψυρρή διαμαρτύρονται τώρα που η στυλάτη επένδυση τους αποδείχθηκε όχι και τόσο στυλάτη, και ενώ η κοινή γνώμη (βλ. και στο Athensville) έχει ευαισθητοποιηθεί λόγω αυτών των διαμαρτυριών (με πιθανό αποτέλεσμα την κινητοποίηση του Δήμου ενόψη εκλογών), οι πραγματικοί κάτοικοι αλλά και οι παλιοί επαγγελματίες και επιχειρηματίες της περιοχής (που είναι πάρα μα πάρα πολύ περισσότεροι από τους Ξίππες και τους Περάκηδες) έχουν αποδεχτεί εδώ και 15 χρόνια ότι κανείς δεν τους ακούει. Έχουν αποδεχτεί ότι δεν μπορούν να περιμένουν καμμία βοήθεια από τον Δήμο στον οποίο πληρώνουν με το ζόρι τα δημοτικά τέλη αλλά που αρνείται να στείλει την δημοτική αστυνομία να “καθαρίσει” τα πεζοδρόμια μπροστά από τα σπίτια και τα μαγαζιά τους από τα “πτώματα” γιατί οι δημοτόμπατσοι, επί λέξη, “φοβούνται”.

Το ντροπιαστικό στην όλη υπόθεση δεν είναι ότι πίσω ακριβώς από το δημαρχείο κάνουν πιάτσα δεκαεξάχρονα ή ότι αργοπεθαίνουν νέοι άνθρωποι. Το ντροπιαστικο είναι ότι ο δήμος βολεύτηκε τόσα χρόνια να πετάει τη σαπίλα του σε μια ζωντανή γειτονιά που δεν έχει ουσιαστικά δικαίωμα ψήφου εκμεταλλευόμενος (για ποιανού τον λογαριασμό άραγε?) την προκύπτουσα παρακμή.

Το ντροπιαστικό είναι ότι όταν οι δυνάμεις του real estate, που εισέρχονται με ευκολία στην περιοχή (και καλά κάνουν), επιβάλλουν στον Δήμο να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα χρηματα που του δίνουν (*) του και αυτός συμμαζέψει την περιοχή, τα μήντια και ο απλός κόσμος θα προσκυνήσουν για μία ακόμη φορά το κράτος που επιλύει τα προβλήματα που αυτό προκάλεσε.

Τέλος θα ήθελα να αποποιηθώ του πιθανού λαϊκίστικου τόνου του ποστ λέγοντας ότι δεν θεωρώ τις γριούλες και τα παιδάκια κατ’ανάγκη σημαντικότερα από τον επιχειρηματία: ολοι χρειάζονται και συμβάλλουν στο να διατηρήσει μια γειτονιά την ζωντάνια της. αλλά επειδή έχω προσωπικές σχέσεις με όλες τις κατηγορίες ανθρώπων της περιοχής ήθελα να αναφερθεί και η εμπειρία των μη-στυλάτων κατοίκων και όχι μόνο του Ξίππα του Περάκη.

(*) αναφέρομαι στα δημοτικά τέλη αλλά εάν θέλετε αφήστε τη φαντασία σας να οργιάσει..